Η ιδιοκτησία και η λειτουργία ενός δισκοπωλείου δεν ήταν ποτέ στα πλάνα της Ashli Todd, όσον αφορά την καριέρα που ονειρευόταν να ακολουθήσει.
Ο πατέρας της, Nick διηύθυνε το Spillers Records στο Κάρντιφ της Ουαλίας για δεκαετίες και αυτή μεγάλωσε βοηθώντας στο κατάστημα για να κερδίσει χρήματα. Αλλά η Todd επιμένει ότι «ποτέ δε συζητήθηκε ως ενδεχόμενο η διαδοχή».
Έτσι, στα τέλη της δεκαετίας του ’00, όταν ο Nick Todd – αντιμέτωπος με την αύξηση ενοικίου, το διαζύγιο και την πτώση των πωλήσεων – αποφάσισε να αποσυρθεί και να πουλήσει το μαγαζί, η ίδια δεν σκέφτηκε ούτε μια στιγμή να το αναλάβει. Αλλά αφού χάθηκαν πολλές συμφωνίες με ενδιαφερόμενους και ο πατέρας της έκανε κινήσεις για να κλείσει οριστικά το μαγαζί, κάτι στο μυαλό της έκανε κλικ: Αυτό δεν μπορούσε να συμβεί σε ένα ζωντανό κομμάτι της μουσικής ιστορίας.
Ιδρύθηκε το 1894 από τον Henry Spiller στο Queen's Arcade του Cardiff. Οι ηχογραφήσεις εκείνη την εποχή προέρχονταν μέσω κυλίνδρων κεριού ή βαριών δίσκων από σκληρό καουτσούκ ή σέλακ, και ήταν ως επί το πλείστον μια οικονομική καινοτομία.
«Με τη Spillers Records να είναι το παλαιότερο δισκάδικο στον κόσμο, ένιωσα ότι θα ήταν ένα απαίσιο σημάδι, προς τη βιομηχανία, τον κόσμο και όποιον ενδιαφέρεται για την κατάσταση της φυσικής μουσικής και του ανεξάρτητου λιανικού εμπορίου μουσικής, συγκεκριμένα», λέει η Todd για το τι την παρακίνησε να αναλάβει δράση όταν το μαγαζί ήρθε αντιμέτωπο με το οριστικό κλείσιμο.
Ξαφνικά, παρά το γεγονός ότι είχε πτυχίο τέχνης και ως επί το πλείστον εμπειρία μερικής απασχόλησης στο μπροστινό μέρος του καταστήματος, μάθαινε νόμους για τις συμβάσεις εργαζομένων, διαπραγματευόταν συμφωνίες και κοίταζε νέες τοποθεσίες. Μέσα σε έξι μήνες, «πήγε από το «θα κλείσει» στο «Έχω ένα επιχειρηματικό σχέδιο και θα του δώσω μια ευκαιρία», θυμάται η ίδια.
Πίσω στο 2010, ένα φυσικό κατάστημα μουσικής ήταν μια κακή επένδυση. Καθώς η Record Store Day και το Third Man, όμως, άρχισαν να πυροδοτούν τη ζέση για το βινύλιο με νέες κυκλοφορίες περιορισμένης έκδοσης και προϊόντα με ξεχωριστή οπτική αισθητική, διαπίστωσε ότι το μέλλον της Spillers μπορεί να μην ήταν τόσο ζοφερό όσο φοβόταν ο πατέρας της – ο οποίος διηύθυνε το μαγαζί κατά τη διάρκεια της ακμής της δεκαετίας του '70 και του '80.
Η ανάκαμψη δεν ήταν άμεση για τον Spillers, αλλά ήρθε. Με το ενοίκιο στη μακροχρόνια (αλλά όχι αρχική) τοποθεσία του καταστήματος να τετραπλασιάζεται, η Todd το μετέφερε σε μια κοντινή τοποθεσία στο Queen's Arcade, όπου άνοιξε ξανά υπό την ιδιοκτησία της το 2010.
Αυτές τις μέρες, τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το Spillers είναι λιγότερο υπαρξιακά και πιο λειτουργικά: αυξημένες τιμές βινυλίου, αργοί χρόνοι διεκπεραίωσης παραγγελιών και καθυστερήσεις παράδοσης που προκαλούνται από ελλείψεις εργατικού δυναμικού που σχετίζονται με το Brexit. Στα μάτια της η Todd, άλλωστε, το Brexit ήταν χειρότερο για τις επιχειρήσεις από την πανδημία του Covid-19.