Θυμάστε την εποχή που οι διάσημοι δεν καμάρωναν για τα συμβόλαιά τους με τους κολοσσούς, που δεν φλεξάραμε τα λεφτά μας στο Instagram και που δεν μας απασχολούσε τόσο πολύ το πώς θα φανούμε στους άλλους;
Δεν πάνε πολλά χρόνια που η λέξη influencer σήμαινε κάτι εντελώς διαφορετικό απ'ό,τι σήμερα, και μάλιστα, δεν την είχαμε καν στο καθημερινό μας λεξιλόγιο. Που δεν είχαμε κινητό που έκανε τα πάντα πλην καφέ και που δεν είχε σημασία τελοσπάντων τόσο η ύλη. Και δεν πάνε πολλά χρόνια που τα social media ήταν ένα απλό break, αντί για μια παρέλαση στρατηγικά σχεδιασμένων κινήσεων.
Αλλά κάπου στις αρχές της δεκαετίας του 2000, ο χαλαρός της ποπ κουλτούρας έχασε έδαφος από τον hustler. Δεν έχω ανοσία σε αυτήν την απόλυτα φιλόδοξη νοοτροπία, και πιθανότατα δεν έχετε ούτε εσείς όλοι προσπαθούμε σκληρά για να επιβιώσουμε στη σύγχρονη οικονομία ή για να επιδιώκουμε κάτι πολύ μεγαλύτερο από αυτό που είμαστε ή έχουμε.
Ο influencer είναι η αποθέωση όλης αυτής της προσπάθειας, αυτού του σύγχρονου συνόλου αξιών που έχει φτάσει στο γκροτέσκο άκρο του: Τίποτα δεν είναι ιερό, η τέχνη έχει αντικατασταθεί από το «περιεχόμενο» και όλα είναι προς πώληση.
Αυτό ισχύει ακόμη και όταν το μήνυμα περνά στη γλώσσα της αντικουλτούρας: Οι οικολογικά συνειδητοποιημένοι influencers δεν βλέπουν κανένα πρόβλημα στο να πετούν μεγάλες αποστάσεις σε δωρεάν ταξίδια από brands. Οι γκουρού της γιόγκα που διακινούν αντικαταναλωτική πνευματικότητα προωθούν επωνυμίες τσαγιού που ανήκουν στη Unilever.
Όμως, όπως γνωρίζει όποιος έχει ζήσει μερικές δεκαετίες, η νεανική κουλτούρα και η ποπ φιλοσοφία... ταλαντεύεται σαν εκκρεμές και αλλάζει πλευρές.
Η υπερβολή της Wall Street του Gordon Gecko της δεκαετίας του 1980 δημιούργησε το σκηνικό για τους χαλαρούς εν μέσω της οικονομικής ύφεσης της δεκαετίας του 1990, με τα φανελένια πουκάμισά τους, την κουλτούρα του skater, τους δίσκους Beastie Boys και Nirvana. Tώρα που περάσαμε από το χαμό της διαφήμισης μήπως ήρθε η ώρα να χαλαρώσουμε πάλι;
Για τους influencers και τους ακολούθους τους, τα πάντα, από τον πρωινό καφέ στον ήλιο μέχρι τον ύπνο τους, όλα είναι μια πιθανή ευκαιρία να κερδίσουν χρήματα. Η δουλειά είναι ζωή και το να πληρώνεσαι για να ζήσεις την καλύτερη ζωή σου είναι η απόλυτη φιλοδοξία.
Αυτή η λογική είναι απόλυτα ευθυγραμμισμένη με αυτό που ο Will Storr, στο βιβλίο του 2017 «Selfie: Πώς η Δύση έπαθε εμμονή με τον εαυτό της», περιγράφεται ως το καθοριστικό πρόσωπο της εποχής μας, ο νεοφιλελεύθερος εαυτός: «ένας εξωστρεφής, όμορφος, ατομικιστής, αισιόδοξος, σκληρά εργαζόμενος, κοινωνικά συνειδητοποιημένος, αλλά με υψηλή αυτοεκτίμηση πολίτης του κόσμου, με επιχειρηματικό δόλο και κάμερα»
Και ενώ η γενιά που σχετίζεται περισσότερο με αυτό το αρχέτυπο - οι millennials - επικρίνεται για το δικαίωμά τους και την απροθυμία τους να εργαστούν προς μια τυπική ζωή της μεσαίας τάξης, υπάρχουν πολλοί λόγοι που οι millennials έχουν αγκαλιάσει τόσο αυτό το νεοφιλελεύθερο ιδανικό...
Και τι έρχεται; Μήπως ο τύπος του ανθρώπου που βαρέθηκε τη διαφήμιση, δεν θέλει να κερδίσει χρήματα από τον τρόπο ζωής του, αλλά απλώς θέλει... να ζήσει;