Το γνωστό non binary μοντέλο και μάρτυρας στην υπόθεση Λιγνάδη καταγγέλλει το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης για pinkwashing και σχολιάζει τις δηλώσεις περί του ακμαίου «χιούμορ» τού -υπόδικου- πρώην καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου.
Είναι καλλιτέχνης, μοντέλο διεθνούς φήμης, μουσικός μάνατζερ και ηθοποιός. Η Τζεφ Μοντάνα είναι και τρανς. Και σε κάθε της παρουσία προσπαθεί να δικαιώσει τις αρχές της: αυτές της συμπεριληπτικότητας και της ορατότητας του διαφορετικού.
Πριν από λίγους μήνες, το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης την κάλεσε να παρουσιάσει την Τελετή Λήξης. Και κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα:
«Είμαι οι αρχές μου και οι ιδέες που πρεσβεύω. Είμαι ένας άνθρωπος, ένας καλλιτέχνης, ένας δημιουργός, που κάνω ό,τι κάνω με έντονο το αίσθημα της δικαιοσύνης και ευθύνης απέναντι σε αυτά που λέω και στις αξίες που πρεσβεύω. Και αυτές δεν έχουν να κάνουν με την πολιτική, ούτε είναι εμπορικές. Ωστόσο δέχομαι προτάσεις (και εμπορικές), που ενέχουν και πολιτικό πρόσημο, αυτό της στήριξης της διαφορετικότητας. Καταλαβαίνω, δηλαδή, πως και η επιλογή του Φεστιβάλ να παρουσιάσω εγώ την Τελετή Λήξης ήταν γιατί η επικαιρότητα “επιβάλλει” να συμπεριλαμβάνονται και τρανς, queer άτομα και αυτό είναι κάτι που επικροτώ. Μάλιστα πρόκειται για ένα μεγάλο και ιστορικό Φεστιβάλ Κινηματογράφου, την ύπαρξη του οποίου ούτως ή άλλως υποστηρίζω.
Από το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης με προσέγγισαν με το πρόσχημα της ορατότητας και της συμπεριληπτικότητας. Με το προφίλ ότι πρεσβεύουν ανθρώπινες ελευθερίες, οπότε βρισκόμαστε (αυτοί και εγώ) σε κοινή αντιστοιχία αξιών. Γι’ αυτό με κάλεσαν να συνεργαστούμε. Η πρόταση μου έγινε από την Ελίζ Ζαλαντό - με ήθελε για παρουσιάστρια και οικοδέσποινα της βραδιάς. Κάτι που ήταν τιμητικό για εμένα. Κι έτσι ξεκίνησα να προετοιμάζομαι δύο μήνες πριν.
Η αλήθεια είναι πως συνέβη κάτι που με έφερε σε πολύ δύσκολη θέση και με ενόχλησε. Ουσιαστικά έγινε αυτό που ονομάζουμε “pinkwashing”: χρησιμοποιούμε αυτόν τον όρο για να περιγράψουμε τη δράση χρήσης θεμάτων που σχετίζονται με τους γκέι και τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα με θετικούς τρόπους προκειμένου όμως να αποσπαστεί η προσοχή από τις αρνητικές ενέργειες ενός οργανισμού, χώρας ή κυβέρνησης. Εν προκειμένω αυτό ένιωσα ότι έκανε το Φεστιβάλ. Και δεν εννοώ φυσικά όλοι οι άνθρωποι του Φεστιβάλ...
Εφτασα στη Θεσσαλονίκη 48 ώρες πριν από την Τελετή Λήξης και πάω στην πρόβα της βραδιάς, στην οποία σκηνοθέτης ήταν ο σπουδαίος Παναγιώτης Ευαγγελίδης. Εκεί, για πρώτη φορά, είδα στο πλάνο ότι εγώ θα πρέπει να καλέσω στη σκηνή την υπουργό Πολιτισμού κ. Μενδώνη. Εως εκείνη τη στιγμή, κανείς δεν με είχε ενημερώσει ότι θα ερχόταν η υπουργός και πως εγώ θα έπρεπε να την καλέσω στη σκηνή. Ολο αυτό ήταν απολύτως αντιφατικό! Πώς θα ήταν ποτέ δυνατόν να καλέσω εγώ τη Λίνα Μενδώνη στη σκηνή, μετά τα όσα έχουν γίνει με τον Λιγνάδη, στα οποία έχω πάρει ξεκάθαρη, δημόσια θέση; Εκείνη τη στιγμή ένιωσα πως με κάλεσαν ίσως για να “γυαλίσω” το προφίλ της υπουργού. Γιατί το να την καλέσω και να την αναγγείλω εγώ στη σκηνή (μία τρανς καλλιτέχνιδα που έχω μιλήσει για την υπόθεση Λιγνάδη) προφανώς τη δική της εικόνα θα ωφελούσε. Θα ήταν ένα “ξέπλυμα” δηλαδή. Εχοντας στον νου μου πάντα το pinkwashing, μπορώ να διακρίνω σε κάθε δουλειά που συμμετέχω αν πράγματι όσοι με καλούν έχουν διάθεση συμπεριληπτικότητας ή απλά όλο αυτό είναι μια βιτρίνα, όπου εγώ εργαλειοποιούμαι. Το ίδιο συνέβη και σε μία διαφήμιση που με κάλεσε μια πολύ γνωστή μάρκα προϊόντων και με ρώτησαν αν έχω πλήρως αλλάξει φύλλο, αλλιώς δεν θέλαν τη συνεργασία! Το αντιλαμβάνεσαι; Δηλαδή το αν έχεις πουλί ή όχι (θα το πω έτσι ωμά) είναι κομμάτι της εργασιακής σου κατάστασης πλέον. Μα είναι δυνατόν;
Οταν λοιπόν καταλαβαίνω ότι μιλάμε για δήθεν προοδευτικές ιδέες, αλλά στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καμία συμπεριληπτικότητα, τότε απομακρύνομαι. Εκείνη τη στιγμή, δηλαδή, στο Φεστιβάλ ένιωσα πως ακυρώνομαι. Μάλιστα το ότι δεν ενημερώθηκα παρά την τελευταία στιγμή, αυτό δεν ήταν ούτε επαγγελματικά, ούτε τυπικά, ούτε δεοντολογικά σωστό. Δηλαδή εγώ έπρεπε να φανταστώ ότι θα έρθει η κ. Μενδώνη; Δεν έπρεπε να με έχει ενημερώσει κάποιος;
Εγώ ήμουν εκεί για την τέχνη. Για το σινεμά. Και ξαφνικά ήθελαν να κάνω μια μικρή προδοσία των αρχών μου, επειδή η “βασίλισσα” ανακοίνωσε επίσης ξαφνικά την εμφάνισή της! Οσον αφορά την απάντηση από τον Ορέστη Ανδρεαδάκη, αυτή ήταν ένα τελεσίγραφο: ή μένεις και το κάνεις ή θα το κάνουμε χωρίς εσένα. Είχε μάλιστα βρεθεί και ο αντικαταστάτης μου! Προσωπικά, πρότεινα να κατέβω εγώ από τη σκηνή την ώρα που θα ανέβει η Μενδώνη και να την αναγγείλει άλλος, καθώς είμαι επαγγελματίας. Αλλά ούτε αυτό το δέχθηκαν. Δηλαδή, μόνο τη συμπεριληπτικότητα δεν είχαν στον νου τους - απλά ήθελα να με εργαλειοποιήσουν. Μάλιστα μου είπαν πως κι εκείνοι ως Φεστιβάλ είχαν ζητήσει να παραιτηθεί η υπουργός (σ.σ. αυτό το είχε κάνει το προηγούμενο Δ.Σ. του Φεστιβάλ, επί προεδρίας Γιώργου Αρβανίτη, ο οποίος δεν πήγε καν στη φετινή διοργάνωση, καθώς η συμπεριφορά απέναντί του ήταν η μη πρέπουσα), αλλά ότι υπήρχαν και συμφέροντα -έτσι μου είπαν- οπότε ή θα το δεχόμουν ή όχι. Καταλαβαίνετε πώς αισθάνθηκα: παγιδευμένη. Πως γίνομαι ένα «εργαλείο». Οι ίδιοι δεν περίμεναν ότι εγώ θα έχω άποψη και θα την εκφέρω κιόλας - το ένιωσα από το πώς μου μίλαγε ο κ. Ανδρεαδάκης. Και πράγματι δεν κάνω πολιτική, ούτε είμαι υπάλληλος του υπουργείου, αν και ο πολιτισμός είναι ο χώρος μου. Αλλά γνωρίζω ότι η υπουργός αυτή έβαλε τον Λιγνάδη στη θέση του διευθυντή του Εθνικού. Γνωρίζω ότι έχει έναν ρόλο σε όλο αυτό που έγινε. Και δεν πήγα στο Φεστιβάλ για να δώσω πολιτική μάχη επί σκηνής!
Εν τέλει η Λ. Μενδώνη δεν εμφανίστηκε, αφού προσωπικά είπα πως “δεν υπάρχει περίπτωση εγώ να κάνω κάτι τέτοιο, όσο και να με πιέζετε ή να μου δίνετε τελεσίγραφα ή να με ακυρώνετε. Αλλη ήταν η συμφωνία, έδωσα και εναλλακτική λύση, δεν πρόκειται να κάνω πίσω στις αρχές μου, ούτε θεωρώ πως η Μενδώνη είναι περισσότερο σημαντική από το Φεστιβάλ ή τον κινηματογράφο”. Αυτό που είδα απέναντί μου ήταν έναν άνθρωπο χωρίς επιλογές, που κάνει ό,τι του λέει το υπουργείο. Οπότε με είχαν στον πάγο, ώσπου δεν ήρθε τελικά η Μενδώνη και παρουσίασα κανονικά την Τελετή Λήξης.
Οταν καλούμαι από έναν θεσμό, όπως το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ως αυτή ακριβώς η προσωπικότητα που είμαι, το να φύγει το θέμα και να πάει εντελώς κάπου αλλού δεν θα το δεχόμουν ποτέ. Το ίδιο συμβαίνει και αλλού: για παράδειγμα, ενώ ο Δ. Λιγνάδης κατηγορείται για βιασμούς, ο “φακός” στρέφεται στο πόση θεατρική κουλτούρα μοιράζει στις φυλακές! Και αυτό αποτελεί είδηση! Μιλάμε για τον πλήρη αποπροσανατολισμό! Εγω δεν θα μπω σε αυτό το παιχνίδι. Το ίδιο έγινε και τις προάλλες όταν ο δικηγόρος του, κ. Κούγιας, είπε πως ο Λιγνάδης αντιμετωπίζει με χιούμορ όσα του συμβαίνουν. Απαντώ λοιπόν πως η προσδοκία των θυμάτων ήταν να χρησιμοποιήσει τον χρόνο της φυλάκισής του για περίσκεψη και συνειδητοποίηση των τραυμάτων που τους προκάλεσε, αντί να επιστρατεύει το χιούμορ του για να ξεπεράσει τη δήθεν αδικία που υπέστη από τη Δικαιοσύνη και να προβάλλει την εικόνα του ηρωικού, ατσαλένιου διευθυντή! Την ίδια στιγμή που ο σεξιστής Κούγιας επαναλαμβάνει την αθλιότητα ότι αν δουν οι δικαστές τις φυσιογνωμίες των θυμάτων, τις φωτογραφίες και τις αναρτήσεις τους στο fb, σχετικά με τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό, θα καταλάβουν ότι αυτά (τα θύματα) είναι πλήρως αναξιόπιστα! Ας χαλαρώσει λίγο και ας αποδεχθεί επιτέλους την πραγματικότητα. Μόνο ένας τζόκερ θα περνούσε ευχάριστα στη φυλακή. Αρκεί να μην του επιτραπεί ποτέ να κάνει άλλα τέτοια “αστεία” εντός και εκτός φυλακής!
Επιστρέφοντας στο Φεστιβάλ, μετά την Τελετή, το κλίμα ήταν διπλωματικό. Συγκάλυψαν το θέμα, το έβαλαν κάτω από το χαλί. Ρώτησα τι έγινε με την υπουργό και μου είπαν “ε, μωρέ, δεν έγινε κάτι - ξέχνα το!”. Η συνθήκη του ακυρώματος -αυτό που συνέβη δηλαδή- δεν έχει να κάνει ούτε με την ορατότητα ούτε με τη συμπεριληπτικότητα. Το να ισχυρίζονται πως στηρίζουν άτομα σαν κι εμένα αλλά στην ουσία να σε χρησιμοποιούν είναι απαράδεκτο, επικίνδυνο και ανήθικο.
Μιλάμε για ένα “συμβόλαιο” όπου σου κρύβουν τους όρους: ακριβώς γιατί κρύβει μέσα του αυτό που σε σκοτώνει! Δεν έχω ανοχή στην αδικία. Το pinkwashing δεν αναδεικνύεται ως μια τέτοια πλευρά της πολιτικής και κακώς. Δεν θα παίξω στο ίδιο παιχνίδι. Αν θέλουν να βάζουν άτομα “περίεργα” και “διαφορετικά” στο τσίρκο τους, εγώ δεν θα συμμετάσχω».