Οι περισσότεροι άνθρωποι κάνουν δίαιτες και ασκούνται σκληρά για να διατηρήσουν το βάρος τους σε συγκεκριμένα επίπεδα. Υπάρχουν όμως και κάποιοι που δεν κάνουν τίποτα και παραμένουν αδύνατη, ανεξαρτήτου διατροφής.
Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Cell έρχεται να δώσει την απάντηση. Οι ερευνητές χρησιμοποιήσαν μια γονιδιακή βάση δεδομένων με στοιχεία τουλάχιστον 47.000 ανθρώπων στην Εσθονία. Ανακάλυψαν ένα γονίδιο που συνδέεται με το αδυνάτισμα και μπορεί να παίζει κάποιο ρόλο στη μη αύξηση του βάρους σε αυτούς του μεταβολικά υγιείς, αδύνατους ανθρώπους.
«Όλοι έχουμε στο περιβάλλον μας ένα άτομο που τρώει ό,τι θέλει και παραμένει μεταβολικά υγιές. Τρώει πολύ, δεν γυμνάζεται συχνά, παρόλα αυτά δεν παίρνει βάρος. Αυτά τα άτομα αποτελούν το 1% του πληθυσμού», αναφέρει ο Josef Penninger, επικεφαλής συγγραφέας της έρευνας και καθηγητής γενετικής στο Πανεπιστήμιο British Columbia.
Η ομάδα του Penninger εξέτασε το δεδομένα 47.102 ανθρώπων ηλικίας από 22 έως 44 ετών. Σύγκρινε δείγματα DNA με κλινικά δεδομένα υγιών αδύνατων ανθρώπων με άτομα φυσιολογικού βάρους και ανακάλυψαν γενετικές μεταλλάξεις στα αδύνατα άτομα που φέρουν το γονίδιο ALK.
Σύμφωνα με την έρευνα, το γονίδιο αυτό παίζει κάποιο ρόλο ως «καινούργιο γονίδιο αδύνατης σιλουέτας» και εμπλέκεται στην αντίσταση στην αύξηση βάρους. Οι επιστήμονες διαπίστωσαν πως οι μύγες και τα ποντίκια που δεν έφεραν το γονίδιο ALK, παρέμεναν ανθεκτικά στην αύξηση βάρους και την παχυσαρκία. Επιπλέον, παρά την ενσωμάτωση της διατροφής και των επιπέδων σωματικής άσκησης που ακολουθούσαν και τα φυσιολογικά ποντίκια, τα τρωκτικά με διαγραμμένο το ALK είχαν χαμηλότερο σωματικό βάρος και λίπος. Η μελέτη υπέδειξε, τέλος, ότι το ALK, το οποίο εκφράζεται κατά κύριο λόγο στον εγκέφαλο, παίζει ρόλο και εκεί, καθοδηγώντας το λιπώδη ιστό προς την καύση περισσότερου λίπους από το φαγητό.
Οι επιστήμονες αναφέρουν πως είναι πιθανό κάποιες θεραπευτικές μέθοδοι που θα στοχεύουν το συγκεκριμένο γονίδιο, να βοηθήσουν στην μάχη κατά της παχυσαρκίας στο μέλλον. Φυσικά, χρειάζεται περισσότερη μελέτη για να επιβεβαιωθούν τα ευρήματα της συγκεκριμένης έρευνας.